Ο Sergio Llull από τη Mahón προτιμά το μανταρίνι από τη μαγιονέζα

Του Αργύρη Παγαρτάνη

Στη Μαόν, η πρωτεύουσα του μικρού νησιού Μενόρκα των Βαλεαρίδων, ο Σέρχιο Γιουλ έχει ένα σπίτι-ησυχαστήριο. Ξέχωρα από το πατρικό του, έχει αγοράσει μια μεγάλη έκταση έξω από το λιμάνι κι εκεί αράζει όταν θέλει να ξεκουραστεί, με την οικογένειά του. Έχει δηλώσει ότι όταν αποσυρθεί από την ενεργό δράση, θα πηγαίνει πιο συχνά εκεί. Όσο τον αφήνουν, βέβαια, οι υποχρεώσεις με τη Ρεάλ Μαδρίτης, που ήδη ετοιμάζει διοικητικό πόστο γι’ αυτόν, όταν θα κρεμάσει τη φανέλα του.

Η πόλη-λιμάνι της Μαόν είναι διάσημη για τη… μαγιονέζα της. Προσέξτε την συγγένεια των δύο λέξεων: Ο θρύλος λέει ότι εκεί, σ’ ένα καπηλειό του λιμανιού, δημιουργήθηκε για πρώτη φορά η μαγιονέζα. Τα τελευταία 15 χρόνια, όμως, αυξήθηκε δραματικά και η παραγωγή… μανταρινιών. Η “Biniarbola”, το κλασικό λικέρ από μανταρίνι που φτιάχνει το νησί, έχει πια πωλήσεις σε όλες τις περιοχές της Ισπανίας, ακόμα κι εκτός χώρας.

Οι μυημένοι στο μπάσκετ γνωρίζουν την… αισθησιακή σχέση που έχει ο Γιουλ με τα μανταρίνια. Στην ισπανική μπασκετική αργκό, manradina λέγεται το δύσκολο μακρινό σουτ, υπό πίεση και με το χρόνο να μηδενίζεται, αυτό που κάποιοι λένε «clutch», άλλοι «buzzer beater» κι άλλοι απλά… προσευχή. Για τον 37χρονο πια σταρ του ισπανικού μπάσκετ, είναι απλά ένα μανταρίνι. Που δεν δίστασε ποτέ να το πετάξει, να πάρει την ευθύνη. Κι αυτό είναι το μυστικό, ξέχωρα αν τελικά μπήκε κι έδωσε τίτλους ή δεν μπήκε και έκανε τα κεφάλια να σκύψουν.

Όταν έχεις 18 χρόνια σ’ ένα σύλλογο, δηλαδή τη μισή σου ζωή, αυτό είναι που βάζεις στο ζύγι: Η διάρκεια. Κι ο Γιουλ από διάρκεια… άλλο τίποτα. Ακόμα κι αν χρειάζεται να μεταμορφωθεί, να αποδεχτεί ρόλο υποδεέστερο και χαμηλότερο της αξίας που κουβαλάει το μεγάλο του όνομα.

Ουσιαστικά ο Σέρτζιο Γιουλ ανήκει στην σπάνια (πια για μπασκετμπολίστα) κατηγορία του one man club. Στη Μανρέσα, που έκανε κι ο ίδιος τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα, έχει δηλώσει ότι δεν θυμάται ούτε καν ποιο νούμερο φορούσε… Άλλωστε, την πρώτη σεζόν που έπαιξε εκεί, δόθηκε δανεικός σε ομάδα β’ κατηγορίας.

Για να κάνει το βήμα στην απέναντι καταλανική ακτή, στη Μανρέσα, είχε φροντίσει να εντυπωσιάσει σε επίπεδο παιδικού παίζοντας με Λα Σάλε, την ομάδα της γενέτειράς του. Σ’ έναν αγώνα για τη δεύτερη φάση του πρωταθλήματος (όπου συμμετείχαν οι καλύτερες ομάδες της Ισπανίας, στο δρόμο για την τελική οκτάδα τότε) πέτυχε… 71 πόντους. Με την Εθνική Εφήβων Ισπανίας πήρε το 2004 το χρυσό στο Ευρωμπάσκετ, όπου ήταν και οικοδέσποινα.

Εκεί τον τσέκαραν, τον πήραν για την τελευταία χρονιά του εφηβικού, του έδωσαν τα πρώτα επαγγελματικά παιχνίδια.

Όλα αυτά μέχρι τον Μάιο του 2007, όταν και ήλθε η μεταγραφή στη Ρεάλ Μαδρίτης. Ο Γιοάν Πλάθα, τότε προπονητής της ομάδας, σχεδόν… απαίτησε τη μεταγραφή του για να μην προλάβει η Μπαρτσελόνα, που τον ζαχάρωνε και λόγω… εντοπιότητας, είχε προβάδισμα. Για να δείξει, μάλιστα, και στη διοίκηση πόσο τον υπολογίζει, τον έβαλε να παίξει στους τελικούς εναντίον της Μπαρτσελόνα εκείνη τη χρονιά (πίσω από Ραούλ Λόπεθ και Κερέμ Τουντσερί), στον 30ο τίτλο πρωταθλήματος που κατέκτησε η Ρεάλ.

Το 2009 οι σειρήνες του ΝΒΑ ήχησαν στ’ αυτιά του. Έγινε ντραφτ στο Νο34 από τους Ντένβερ Νάγκετς. Αργότερα πήραν τα δικαιώματά του οι Χιούστον Ρόκετς. Συζητήσεις έκανε, αλλά ποτέ δεν το είδε σοβαρά.

Η 20ετής θητεία του στη Ρεάλ είναι μια συλλογή τίτλων. Τρεις Ευρωλίγκες (η τελευταία με δικό του «μανταρίνι» στον τελικό εναντίον του Ολυμπιακού), 8 Πρωταθλήματα, 7 Κύπελλα, 9 Σούπερ Καπ, ένα Διηπειρωτικό.

Στη δε Εθνική Ανδρών Ισπανίας έκανε συλλογή μεταλλίων: Αργυρό στους Ολυμπιακούς του 2012 και χάλκινο το 2016, χρυσό στο Μουντομπάσκετ του 2019, τρία χρυσά κι ένα χάλκινο σε Ευρωμπάσκετ. Συνέδεσε το όνομά του με τις χρυσές στιγμές της «φούρια ρόχα», όσο κι αν τα συχνά ματς με τη δική μας εθνική και οι συχνές νίκες του τον έκαναν σ’ εμάς αντιπαθή (όχι τόσο όσο ο Ρούντι, πάντως).

Για να το καταφέρει αυτό έγινε… χαμελαίων. Από απόλυτος πρωταγωνιστής, με 30άρια σε κάθε ματς και καμιά 15αριά σουτ (στο ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον της Ρεάλ, που πάντα είχε γερές προσωπικότητες στο ρόστερ της) έγινε τα τελευταία χρόνια μια υψηλή πολυτέλεια. Με χαμηλότερο συμβόλαιο, πολύ λιγότερο χρόνο, αλλά μια αίσθηση καθήκοντος και ηρεμίας που έκανε τη διαφορά.

Αυτή την αλλαγή την εξαργυρώνει τώρα. Χθες Κυριακή 29/12/2024, στο ντέρμπι με τη Μπαρτσελόνα, έγινε ο παίκτης με τις περισσότερες συμμετοχές στην ιστορία του συλλόγου. Μια ιστορία γεμάτη δόξα και τρόπαια. Δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα. Κι αν είναι υγιής, προφανώς θα το πάει το ρεκόρ σε ακόμα πιο δυσθεώρητα ύψη για πιθανούς ανταγωνιστές. Πριν 4 μέρες, μάλιστα, έπιασε τον Κάιλ Χάινς στην πρώτη θέση των περισσότερων συμμετοχών στην Ευρωλίγκα. Άρα, το ματς με τη Μπάγερν Μονάχου εντός την Παρασκευή 3 Ιανουαρίου θα είναι αυτό που θα του δώσει ακόμα μια πρωτιά.

Πηγή: Sport DNA

Τελευταία άρθρα

Σχετικά άρθρα