Στα ίχνη του «χρυσού Έλληνα»

Του Νίκου Μπουρλάκη

Για τον Λου Τσιορόπουλο σίγουρα έχετε διαβάσει ή έχετε ακούσει κάποια πράγματα. Το πιο γνωστό αφορά στην… πρωτιά του! Ο Λουδοβίκος Τσιορόπουλος (όπως είναι το πλήρες όνομά του) θεωρείται ο πρώτος Έλληνας που έπαιξε στο ΝΒΑ, κατέκτησε δύο πρωταθλήματα με τους Μπόστον Σέλτικς πριν τελικά τερματίσει πρόωρα την καριέρα του στα 29 του χρόνια λόγω σοβαρού τραυματισμού στην πλάτη.

Επίσης είχε κατακτήσει και το πρωτάθλημα στο NCAA με το Κεντάκι. Εκεί πέρασε δύσκολα καθώς τρεις συμπαίκτες του βρέθηκαν μπλεγμένοι σε σκάνδαλο που οδήγησε την ομάδα του στο περιθώριο!

Βρέθηκε στο ΝΒΑ παρέα με τους συμπαίκτες του στο Κεντάκι (Φρανκ Ράμσεϊ και Κλιφ Χάγκαν) αφού πρώτα έγινε επιλογή στον έβδομο γύρο του ντραφτ το 1953.

Κατά τις τρεις χρονιές του στο ΝΒΑ είχε 4.4 πόντους – 4 ριμπάουντ την πρώτη, 7.7 πόντους – 6.2 ριμπάουντ τη δεύτερη και 4.1 πόντους – 3.1 ριμπάουντ την τελευταία πριν αποσυρθεί λόγω τραυματισμού.

Όμως ο βίος του Τσιορόπουλου, του πρώτου Έλληνα που έπαιξε στο ΝΒΑ δεν έχει να κάνει μόνο με μπάσκετ. Γεννημένος και μεγαλωμένος στις ΗΠΑ, αλλά με πολλές επιροές από την Ελλάδα, ειδικά στον τρόπο σκέψης όπου είχε απορροφήσει τη φιλοσοφία του Πλάτωνα.

Γι’ αυτό και θα επιμείνουμε σε άλλες πτυχές της ζωής του σε αυτή την αναζήτηση μας στο παρελθόν.

Όταν ο Λου Τσιορόπουλος πέθανε, στις 22 Αυγούστου του 2015, εννέα μέρες πριν από τα 85α γενέθλιά του, όλοι τον είχαν στο μυαλό τους ως μέλος πρωταθλήτριας ομάδας στο Πανεπιστήμιο του Κεντάκι, το 1951 και με τους Μπόστον Σέλτικς στο NBA το 1957 και το 1959. Καθώς επίσης και ως προπονητή μπάσκετ στο DuPont Manual High School και ως Administrator στο πολλά σχολεία του Λούισβιλ.

Εξιστορώντας τη ζωή και τα διδάγματα του σε ένα βιβλίο, ο Τσιορόπουλος παρέθεσε τα λόγια του Έλληνα φιλόσοφου Επίκουρου, του Γερμανού συγγραφέα Johann Wolfgang von Goethe και του Βιβλικού Βιβλίου των Παροιμιών.

Αν και δεν ήταν ο καλύτερος παίκτης στην ομάδα του πρωταθλήματος NCAA του 1951 του Κεντάκι, πιθανότατα ήταν ο πιο διαβασμένος.

«Ο Λου είχε πολλά παρατσούκλια», είπε ο Μπιλ Όλσεν, πρώην αθλητικός διευθυντής του Πανεπιστημίου Λούιβιλ και γείτονας του Τσιορόπουλου για πολλά χρόνια.

«Ήταν γνωστός ως “Ο Χρυσός Έλληνας”, ως “Mr. Τ”, αλλά θα τον έλεγα και “Πλάτωνα”. Έμπαινε σε όλη αυτή τη φιλοσοφία και άρχιζε να μιλάει για αυτά τα βαθιά πράγματα. Μπορούσε να μιλήσει για οποιοδήποτε θέμα».

«Απλώς είχε ένα μυστήριο», είπε η Γιαν Τσιορόπουλος για τον αείμνηστο σύζυγό της. «Ήθελες απλώς να μάθεις περισσότερα για αυτόν όταν ήσουν κοντά του. Ήμασταν παντρεμένοι 51 χρόνια, και ακόμα δεν τον έχω καταλάβει εντελώς».

Όπως πολλά παιδιά που μεγάλωσαν σε δύσκολες περιόδους, ο Λου Τσιορόπουλος ήταν κάθετα αντίθετος με τη σπατάλη. Οι επιζώντες του τον θεωρούσαν «οικονομικό» -πόσοι άνθρωποι έκοψαν κουτιά δημητριακών για να χρησιμοποιήσουν τα εσωτερικά πάνελ για υλικό γραφής;- αλλά ήταν επίσης γνωστός για το γενναιόδωρο πνεύμα και την αδυναμία του στα καπέλα Stetson.

Όπως μπορείτε να δείτε στην παρακάτω φωτογραφία, έγραφε…παντού! Αρκεί να μπορούσε!

Όπως πολλοί πρώην διευθυντές, ο Τσιορόπουλος ήταν μια… τρομακτική φιγούρα για τους μικρούς μαθητές, αλλά ήταν επίσης ο τύπος που οδήγησε τα παιδιά της γειτονιάς σε αυτοσχέδιες παρελάσεις μετά από αξέχαστες νίκες στο Κεντάκι.

Όπως πολλοί καταξιωμένοι αθλητές, ο Τσιορόπουλος ήταν έντονα ανταγωνιστικός, αλλά διατήρησε μια φιλοσοφική οπτική για τα αποτελέσματα.

Τον Φεβρουάριο του 1968, μία εβδομάδα μετά τη γέννηση της κόρης του και τρία χρόνια αφότου ψηφίστηκε Προπονητής της Χρονιάς της πόλης, ο Τσιορόπουλος άνοιξε το σπίτι του στον Dave Kindred του The Courier-Journal για να συζητήσει μια σεζόν που είχε ξεκινήσει με 14 συνεχόμενες ήττες. Αυτή ήταν η τελευταία και λιγότερο επιτυχημένη από τις πέντε σεζόν του Τσιορόπουλου ως προπονητής γυμνασίου, όπου ολοκλήρωσε με ρεκόρ 2-19.

«Ακόμα δίνω τον καλύτερό μου εαυτό», έλεγε ο Τσιορόπουλος, «αλλά χάνω. Αυτό με έκανε να αρχίσω να σκέφτομαι, να επαναξιολογώ τα πράγματα. Δηλαδή, γιατί παίζουμε; Γιατί αυτά τα αγόρια γυμνασίου παίζουν μπάσκετ; Φυσικά, θέλουμε να κερδίσουμε. Δεν ήμουν ποτέ σε ομάδα που χάνει. Αλλά είχα και αντιξοότητες. Οικονομικές αντιξοότητες – το ξεπέρασα αυτό. Τώρα, αυτά τα αγόρια είναι πεσμένα από τις ήττες. Αν μείνουν κάτω, αν απλώς ξαπλώσουν εκεί, θα είναι έγκλημα. Μια αμαρτία. Υπάρχει ένα μάθημα που πρέπει να ληφθεί. Αυτό που θέλουμε είναι μια καλή στάση ζωής, μια προσπάθεια εκατό τοις εκατό για να κερδίσουμε. Δεν περιμένουμε ένα αγόρι με ύψος 1.80 μέτρα να ξεπεράσει ένα αγόρι στα 1.98μ., αλλά θέλουμε να προσπαθήσει».

Κάπως έτσι είχε διαμορφώσει τη φιλοσοφία του ο «Χρυσός Έλληνας».

Ο Λου Τσιορόπουλος είχε ύψος 1.96 μέτρα και οι ικανότητές του στο μπάσκετ οφείλονται στην καριέρα που είχε προηγηθεί στο American Football στο Λιν της Μασαχουσέτης.

Η δύναμη του προκαλούσε σοκ και δέος. Αλλά, όπως είχε αναφέρει στο «Old Goat Radio» του σχολείου που ήταν προπονητής, δεν του άρεσαν οι μπουνιές!

Στην παραπάνω φωτογραφία τον βλέπετε με τη φανέλα των Σέλτικς και το νούμερο 16.

Ωστόσο, αν και η αθλητική καριέρα του Τσιορόπουλου στο Κεντάκι δεν ήταν όσο μεγάλη σε διάρκεια, η φανέλα του με το Νο.16 έχει ανέβει στην οροφή της Rupp Arena. Είναι ένα από τα 43 νούμερα που έχουν αποσυρθεί.

Αν και ο προπονητής του Κεντάκι, Άντολφ Ραπ, είχε τόση δυσκολία στην ορθογραφία του Τσιορόπουλου ωστόσο, τον κάλεσε ν΄αγωνιστεί ως γκαρντ, ως φόργουορντ αλλά και να παίξει άμυνα τον αντίπαλο σέντερ!!!

«Ποτέ δεν ήταν καλός σουτ», θυμάται ο πρώην προπονητής Κεντάκι, Χάμζεϊ Γέσιν, αλλά οι μεγάλες του δυνατότητες στα ριμπάουντ και την άμυνα εντυπωσίασαν τον κόουτς Ραπ. Και η επιθετικότητά του. Ήταν ένας σκληρός ανταγωνιστής.

Οι Wildcats κέρδισαν 90 από τους 95 αγώνες τους κατά τη διάρκεια της καριέρας του Τσιορόπουλου, που περιελάμβαναν: Το Πρωτάθλημα NCAA το 1951 και μια σεζόν (1952-53) που διακόπηκε μετά από ένα σκάνδαλο και τη μοναδική αήττητη του Κεντάκι από το 1912.

Μια σεζόν που ήταν ένα πάρτι με ρεκόρ 25-0 και η οποία τελείωσε απότομα όταν ο Ραπ απέρριψε μια πρόσκληση για το NCAA Tournament του 1954.

Σύμφωνα με κανόνες που έκτοτε καταργήθηκαν, ο Τσιορόπουλος δεν ήταν επιλέξιμος για το NCAA Tournament επειδή είχε ήδη αποφοιτήσει. Αντιμέτωπος με την προοπτική να παίξει μια ομάδα χωρίς τους τρεις πρώτους σκόρερ του -ο Κλιφ Χάγκαν και ο Φρανκ Ράμσεϊ δεν ήταν επίσης επιλέξιμοι- ο Ραπ επέλεξε να διατηρήσει την τέλεια σεζόν του αντί να προσπαθήσει να κυνηγήσει απότομα ένα πρωτάθλημα.

Αυτό το «δυνατό» στυλ παιχνιδιού θα έκανε τον Τσιορόπουλο να αποβληθεί λόγω φάουλ σε οκτώ παιχνίδια κατά τη διάρκεια της σεζόν 1953-54, αλλά κατάφερε να παρουσιάσει μέσο όρο 14,5 πόντους και 9,6 ριμπάουντ και να φτάσει τους 30 πόντους στην καριέρα του σε έναν αγώνα τον Ιανουάριο εναντίον της Georgia Tech.

Μετά από θητεία στην Πολεμική Αεροπορία, θα έπαιζε εφεδρικό ρόλο στις δύο πρώτες ομάδες του πρωταθλήματος ΝΒΑ των Σέλτικς -το 1957 και το 1959– προτού αποσυρθεί μετά από χειρουργική επέμβαση στην πλάτη.

Η Γιαν Σρόιερ είχε ακούσει το όνομα του μελλοντικού συζύγου της στο ραδιόφωνο μεγαλώνοντας, αλλά δεν τον γνώρισε παρά μόνο αφού εγκαταστάθηκε στο Λούιβιλ ως χονδρέμπορος ποτών. Η αρχική της έλξη, είπε, ήταν καθαρά ρεαλιστική.

Στην φωτογραφία αριστερά βλέπετε την Τάρα Τσιορόπουλος ενώ καθιστή είναι η σύζυγός του, Γιαν.

«Η αλήθεια;» είπε. «Ήταν αρκετά ψηλός για να φορέσω τα τακούνια μου».

Το ενδιαφέρον της για τον αθλητισμό ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, πρόχειρο.

«Βγαίναμε ραντεβού ίσως για τρεις εβδομάδες και αποφασίσαμε να παντρευτούμε», είπε. «Κάτι τέτοιο».

Ο Τσιορόπουλος είχε ρεκόρ 44-61 στα πέντε χρόνια του ως προπονητής στο Manual και στη συνέχεια μετακόμισε στη διοίκηση του σχολείου επιδιώκοντας ένα μεγαλύτερο μισθό.

Τα καπέλα Στάτσον που βλέπετε παραπάνω ήταν τα αγαπημένα του Τσιορόπουλου.

Το οικογενειακό δωμάτιο του σπιτιού τους στο East End περιέχει φωτογραφίες και αντικείμενα από την μπασκετική καριέρα του, όπως ένα μπουφάν 2XL Kentucky, ένα μπάνερ του πρωταθλήματος των Σέλτικς και ένα βραβείο από το Ίδρυμα ατόμων με Σύνδρομο Down του Λούισβιλ.

Αν και ο Τσιορόπουλος δεν είχε καμία προσωπική σχέση με αυτή τη γενετική διαταραχή, έγινε ενθουσιώδης υπέρμαχος της άντλησης κεφαλαίων, επιμένοντας τελικά σε δωρεές για αυτόν τον σκοπό ως προϋπόθεση για την υπογραφή αυτόγραφων.

Ένας ανιψιός, ο Μάικ Τζόνσον, περιέγραψε τον θείο του ως «δημόσιο και κοινωνικό» και ωστόσο «πολύ κλειστό». Όταν το Λούιβιλ κέρδισε το πρωτάθλημα του NCAA το 2013, ο Λου Τσιορόπουλος ήταν… αόρατος!

Δεν τον είδε ποτέ κανείς. Αν και ήταν στο γήπεδο!

Πηγή: ΕΟΚ e-magazine

Τελευταία άρθρα

Σχετικά άρθρα